Σε μια τεταμένη πολιτικά περίοδο, κατόπιν συγκεκριμένων σκηνικών που συνέβησαν στην Βουλή της χώρας ξεκίνησε μια συζήτηση μεταξύ των πολιτών σχετικά με το αν γίνουμε Αργεντινή ή όχι. Η υπόθεση ξεκίνησε όταν ο Αλέξης Τσίπρας στην συνεδρίαση της Βουλής είπε το περιβόητο «μακάρι να ήμασταν Αργεντινή κ. Υπουργέ». Όλο αυτό το παραμύθι και η γενικολογία σταμάτησαν όταν ο ίδιος πήγε στην Αργεντινή και ακριβώς εκείνη την περίοδο και για πολλοστή φορά έγιναν βίαιες ταραχές στους δρόμους με νεκρούς και τραυματίες και λεηλατημένα καταστήματα. Εκεί ο κος Τσίπρας σάστισε. Κοπήκαν τα περί Αργεντινής. Αλλά θεωρώ σημαντικό να δούμε τι ακριβώς ήταν η Αργεντινή, τι έγινε και από ποιον ώστε να καταλάβουμε μερικά πράγματα.
ΒΑΣΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ
Οι διαφορές της Ελλάδος με την Αργεντινή είναι πάρα πολλές και πάρα πολύ μεγάλες οι αποστάσεις ακόμα και στα όποια κοινά χαρακτηριστικά υπάρχουν. Μιλάμε λοιπόν για μια χώρα έκτασης 2.780.400 km2 (Ελλάδα: 132.000 km2) και πληθυσμό περί τα 41.200.000 (Ελλάδα: 10.815.000). Δηλαδή έχει έκταση 21 φορές περισσότερο από την Ελλάδα και πληθυσμό μόλις 4 φορές πάνω περίπου. Πράγμα που δείχνει πόσο αραιοκατοικημένη χώρα είναι, χωρίς να συμπεριλάβουμε την προφανή πληθώρα πλουτοπαραγωγικών πηγών ως αποτέλεσμα της έκτασης της σε συνδυασμό με την γεωγραφική της τοποθέτηση. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της χώρας είναι $18.205 (ενώ της Ελλάδος $24.505). Στον Δείκτη Ευημερίας Gini, ο οποίος είναι ένας δείκτης που μετρά την ευημερία μεταξύ των χωρών και ειδικότερα δείχνει την ανισοκατανομή εισοδήματος, η Ελλάδα βαθμολογείται με 33 ενώ η Αργεντινή με 45,8. Όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμός του Δείκτη αυτού τόσο μεγαλύτερη είναι η ανισοκατανομή εισοδήματος στον πληθυσμό. Μηδενικό ποσό δείκτη σημαίνει τέλεια ισοκατανομή. [1]. Επομένως καταλαβαίνουμε και από την σύγκριση αυτού του δείκτη ότι η κοινωνική ανισότητα είναι εντονότερη εκεί από την χώρα μας.
Άρα σήμερα νομίζω ότι ο σχολιασμός του κ. Τσίπρα σε αυτό το επίπεδο ήταν τουλάχιστον ατυχής. Όχι μόνο από πλουτοπαραγωγική άποψη η Αργεντινή θα έπρεπε να είναι σε πολύ καλύτερη θέση, αλλά παράλληλα σήμερα βρίσκεται σε πάρα πολύ χειρότερη θέση. Τι ακριβώς δηλαδή ζήλεψε ο κος Τσίπρας από την Αργεντινή; Όχι μόνο οι Αργεντίνοι ζούνε πολύ χειρότερα αλλά έχουν και θεωρητικά δυνατότητες να ζούσαν πολύ καλύτερα από εμάς. Απόδειξη του πόσο αποτυχημένα χειρίζονται τα οικονομικά τους ζητήματα διαχρονικά και πόσο καλύτερα η Ελλάδα.
ΦΕΝΤΕΡΑΛΙΣΜΟΣ (Federalism)
Μια πολύ μεγάλη διαφορά μεταξύ της Ελλάδος και της Αργεντινής είναι ότι η Αργεντινή είναι δομημένη γύρω από το σύστημα του Φεντεραλισμού, δηλαδή αποτελείται από διάφορα «κρατίδια» ενωμένα γύρω από μια κεντρική διοίκηση σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζει το Σύνταγμα και όχι από μια ενιαία εθνική κυριαρχία. Αυτό είναι αποτέλεσμα από την στιγμή ίδρυσης της σύμφωνα με τις διοικητικές περιφέρειες όπως είχαν οριστεί από την ισπανική αποικιοκρατία. Άρα μιλάμε για μια χώρα με διαφορετικό σύστημα διοίκησης γενικότερα, διαφορετικών υποχρεώσεων και διαφορετικών δυνατοτήτων όπως και κοινωνικού συμβολαίου. [2]. Διοικητικά λοιπόν η Αργεντινή είναι περισσότερο κοντά στην Οργάνωση Διοικητικά των ΗΠΑ, της Ρωσικής Κοινοπολιτείας και της Γερμανίας, παρά της Ελλάδος. Ατυχές δηλαδή το παράδειγμα και ως προς αυτόν τον τομέα.
Το Σύστημα Διοίκησης όπως είχε δομηθεί, τότε και λόγω του Παγκόσμιου Κανόνα του Χρυσού, δεν παρουσίαζε κανένα πρόβλημα. Διαμόρφωσε όμως μια ισχυρή δομή στην κουλτούρα των πολιτών της και κυρίως στην Δημόσια Διοίκηση. Κουλτούρα που αδυνατούν να αποβάλλουν περισσότερο από έναν αιώνα κρίσεων. Τα προβλήματα θα αναφερθούν παρακάτω. [9]
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΑΡΓΕΝΤΙΝΗΣ
Η Αργεντινή μέχρι το 1920 ήταν μέσα στις πλουσιότερες χώρες στον κόσμο. Ο πλούτος της βασίζονταν στην ισχυρότατη γεωργία της, τα προϊόντα της οποίας εξάγονται στο Εξωτερικό. Παράλληλα μεγάλα ποσά από Αγγλία και Γαλλία εισέρεαν στην χώρα ως επενδύσεις. [2]
Περιέργως για όσα ξέρουμε για την Αργεντινή σε σχέση με όλα τα υπόλοιπα χρόνια, η Αργεντινή μέχρι το 1929 είχε ένα πολύ ισχυρό νόμισμα, η αξία του οποίου ήταν εγγυημένη από την Κεντρική Τράπεζα αφού ίσχυε ο Κανόνας του Χρυσού και μπορούσε κάθε χαρτονόμισμα να εξαργυρώσει την αξία του σε Χρυσό. Η σταθερότητα του Νομίσματος τότε, δηλαδή από την ίδρυση της Αργεντινής μέχρι το 1929 ήταν η βάση πάνω στην οποία δομήθηκε το κολεκτιβιστικό σύστημα της που όλα τα επόμενα χρόνια όπως θα δούμε αποτελεί ένα από τα βασικότερα προβλήματα της. Η περίοδος εκείνη ονομάστηκε «Χρυσή Εποχή» για την Αργεντινή. [9]
Η Μεγάλη Οικονομική Κρίση του 1930 και η κατάρρευση της Αμερικανικής Αγοράς εκείνης της δεκαετίας ρήμαξε την χώρα. Οι εξαγωγές σχεδόν εκμηδενίστηκαν ισοπεδώνοντας τις τιμές των προϊόντων (αφού έπεσε η ζήτηση κατακόρυφα). Η πτώση της χώρας συνεχίστηκε σε όλα τα υπόλοιπα χρόνια μέχρι σήμερα. [2][9].
Η μια κυβέρνηση έπεφτε μετά την άλλη από τις οικονομικές κρίσεις. Οι αιτίες της οικονομικής κατάρρευσης της Αργεντινής ήταν:
Α) τα υψηλά δημόσια ελλείμματα, που προέκυψαν από παροχές και υπαναχωρήσεις των κυβερνήσεων ειδικότερα στα εργατικά συνδικάτα [9]
Β) η οικονομική συρρίκνωση και η εσωστρέφεια της οικονομίας, δηλαδή η μεταστροφή της από εξαγωγική σε εισαγωγική, αποτέλεσμα διεθνών κρίσεων που ρίχνουν την διεθνή ζήτηση,
Γ) και κυρίως ο πληθωρισμός, ο οποίος όπως θα δούμε παρακάτω προκύπτει από την αδυναμία της Αργεντινικής Κυβέρνησης να περικόψει τις δαπάνες και την έκδοση νομίσματος από το Φεντεραλιστικό Τραπεζικό Σύστημα της χώρας. Όσο η κυβέρνηση δεν περικόπτει τις δαπάνες δανείζεται από το Εξωτερικό, όταν η δυνατότητα αυτή σταματήσει τότε τυπώνει χρήμα.
Η αναπτυξιακή στασιμότητα και ο πληθωρισμός οδήγησαν τα δημόσια ελλείμματα περίπου στο 50% του ΑΕΠ κοντά στο 1930. Μέρος της κατάστασης αυτής οφείλονταν και στην προσπάθεια εκβιομηχάνισης της χώρας όπου οι χρηματοδοτικές ανάγκες των βιομηχανικών επιχειρήσεων οδήγησαν σε υπεροφολόγηση του αγροτικού προϊόντος που μέχρι τότε αποτελούσε τον πυλώνα της Αργεντίνικης Οικονομίας μειώνοντας την ανταγωνιστικότητα του και άρα μειώνοντας περαιτέρω τις εξαγωγές της. [2]
Βασικός λόγος σε αυτή την δημοσιονομική κατάρρευση δεν είναι η αποτυχημένη εκβιομηχάνιση της χώρας αλλά και η διοικητική διάρθρωση της Αργεντινής ταυτόχρονα με τον υψηλό κρατισμό που επικράτησε ειδικότερα μετά το 1946. Όπως προανέφερα ο τρόπος διοίκησης της Αργεντινής είναι πολύ διαφορετικός από αυτό της χώρας μας. Οι τοπικές κυβερνήσεις έχουν πλήρη ελευθερία να ασκούν διοίκηση αλλά κυρίως, να ξοδεύουν!!! Άρα εξαρτώνται όλες οι περιφέρειες από μια κοινή δεξαμενή χρημάτων, αλλά δεν έχουν όλες τις ίδιες ικανότητες άντλησης χρημάτων εξουσία που επίσης έχει δοθεί στις τοπικές κυβερνήσεις. Δηλαδή μεγάλο μέρος των εισπρακτικών μέσων και μηχανισμών έχουν μεταφερθεί στις τοπικές κυβερνήσεις και η κεντρική διοίκηση δεν έχει αυτή την δυνατότητα/εξουσία. Η Αργεντινή έχει 3 πηγές φορολόγησης!!! Η μια είναι η Κεντρική, η δεύτερη είναι η Τοπική, και η τρίτη είναι η δημοτική. Παράλληλα όλα τα επίπεδα διοίκησης έχουν το δικαίωμα να δανείζονται (από εσωτερικό και εξωτερικό) όσο μπορούν χωρίς περιορισμούς. [2]
Παράλληλα η Αργεντινή έχει ένα σύστημα μόνιμης δημιουργίας χρήματος που είναι πολύ δύσκολο να «συμμαζευτεί». Η Κεντρική Τράπεζα της Αργεντινής, όπως και οι άλλες Κεντρικές Τράπεζες των χωρών με Φεντεραλιστική διοίκηση, αποτελείται διοικητικά από την συνένωση των περιφερειακών Κρατικών Τραπεζών, οι οποίες ελέγχονται απόλυτα από την εκάστοτε διοίκηση της Περιφέρειας. Αυτές δρουν ως μικρές Κεντρικές Τράπεζες της κάθε Περιφέρειας, δίνοντας χρήματα μέσω ασύδοτου δανεισμού προς την τοπική κυβέρνηση. Μετά παραδίδουν τα «τοξικά ομόλογα» τους στην Κεντρική Τράπεζα η οποία τους αναχρηματοδοτεί για τα προϊόντα αυτά. [2]. Τα προϊόντα αυτά βέβαια κάποια στιγμή είναι αδύνατον να εισπραχτούν, αναγκάζοντας την Κεντρική Τράπεζα σε έλλειμμα που το καλύπτει με κοπή νέου χρήματος, ανατροφοδοτώντας τον πληθωρισμό. Οι περιφερειακές Κεντρικές Τράπεζες ήταν οι πρώτες στις οποίες όπως ήταν φυσικό έγινε αναδιάρθρωση με την Περιφερειακές Κυβερνήσεις να κρατούν τον έλεγχο μόνο των 8 το 1999 καθώς το 1991 η κυβέρνηση αποφάσισε να σταματήσει αυτή την κατάσταση απαγορεύοντας την Κεντρική Τράπεζα να δανείζει τις Δημόσιες Περιφερειακές Τράπεζες για να τις αναγκάσει σε εξυγίανση και να μειώσει τις αρνητικές επιπτώσεις αυτού του συστήματος στην Οικονομία. [2]
ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ Raúl Alfonsín
Στις αρχές του 1980 ξεκίνησε μια τεράστια χρηματοοικονομική κρίση που απέκλεισε ουσιαστικά τις χώρες της Λατινικής Αμερικής από τις Διεθνείς Αγορές Κεφαλαίου. Κάτι που οδήγησε σε πτώση την Δικτατορία του Jorge Rafael Videla.
[10]. Η κυβέρνηση του Raúl Alfonsín κυβέρνησε από τον Δεκέμβριο του 1983 μέχρι τον Ιούλιο του 1989. Μέχρι το 1984 δεν κατάφερε να μειώσει τις δαπάνες με αποτέλεσμα πρωτογενές έλλειμμα στον προϋπολογισμό ύψους 10 δις δολάρια. Για να καλυφθεί αυτό το κενό και με δεδομένο ότι η Αργεντινή είχε αποκλειστεί από τις Διεθνείς Αγορές Κεφαλαίων, η Κεντρική της Τράπεζα έκοψε χρήμα. Ο πληθωρισμός εκτοξεύτηκε στο 700%. [11]. Η κυβέρνηση το 1985 προσπάθησε άμεσα να συγκρατήσει τον πληθωρισμό. Σχεδόν ταυτόχρονα επέβαλε πάγωμα στις τιμές, πάγωμα στους μισθούς και συντάξεις, και πάγωμα της συναλλαγματικής ισοτιμίας. Παράλληλα εισήγαγε ένα νέο νόμισμα στην αγορά προς αντικατάσταση του Πέσο το «Austral» ώστε με σταθερότερη αξία να το αντικαταστήσει στις συναλλαγές, ενώ ταυτόχρονα προσπάθησε να αποτρέψει από την Κεντρική Τράπεζα να διοχετεύει χρήμα στην αγορά. [11][9]. Δυστυχώς οι κοινωνικές ομάδες και πάλι επάνω στην μάχη τους για την διανομή του Εθνικού Εισοδήματος απέτρεψαν το πρόγραμμα από το να επιτύχει, αφού το Φεντεραλιστικό Σύστημα της Αργεντινής είναι έτσι δομημένο που δεν έχει ελευθερία η κυβέρνηση να περιορίσει τις δαπάνες και το Σύνταγμα δεν ήθελε κανείς να αλλάξει. [9]. Η κυβέρνηση προσπάθησε με νέα μεταρρύθμιση το 1988 να μειώσει τον πληθωρισμό αλλά απέτυχε ύστερα από δύο απόπειρες πραξικοπήματος ενισχυόμενες από την κοινή γνώμη που αντιστέκονταν στις μεταρρυθμίσεις. Η κατάσταση ξέφυγε ακόμα περισσότερο με τον πληθωρισμό να γιγαντώνεται. [9]. Η ροή προϊόντων προς την αγορά διαταράχθηκε και ο κόσμος άρχισε να λεηλατεί Σούπερμάρκετς και καταστήματα, με την Αστυνομία να αντιδρά με εξαιρετική βία στις διαδηλώσεις. Οι εκλογές του 1989 ανέδειξαν άλλον Πρόεδρο.
ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ CARLOS MENEM
Ήδη από το 1980 η φτώχεια άρχισε να είναι το Νο1 πρόβλημα της Αργεντινής. Όταν η κυβέρνηση Μένεμ ανέλαβε την χώρα (1989), υπήρχε ύφεση και πληθωρισμός πάνω από 200% τον μήνα (Κρίση του ’89 που περιγράφηκε παραπάνω). Ο Μένεμ προσπάθησε να αυξήσει την ανταγωνιστικότητα της χώρας, μια δεκαετία μετά όμως η τάση άρχισε και πάλι να είναι αρνητική καθώς οι μεταρρυθμίσεις του απέτυχαν από την αντίδραση του πολιτικού συστήματος και των συντεχνιών και πολύ περισσότερο των Τοπικών Κυβερνήσεων. Το γεγονός ότι για τις μεταρρυθμίσεις απαιτούντο και άλλα κόμματα (ειδικότερα στο Κογκρέσο) ήταν η ταφόπλακα της προσπάθειας καθώς ο ίδιος αναγκάστηκε να μεταλλάξει μέρος των αλλαγών και να αλλάξει την σειρά τους. Παρότι ο Κρατισμός που βύθισε την Αργεντινή την τελευταία 80ετία στην φτώχεια χτυπήθηκε σε γενικές γραμμές, δεν υπήρξε πλήρη απελευθέρωση της αγοράς σε πολλούς τομείς της οικονομίας όπου οι συντεχνίες ήταν ισχυρές και ειδικότερα στις Περιφερειακές Κυβερνήσεις. [2]
Ο Μένεμ αρχικά έκανε μαζικές αποκρατικοποιήσεις. Τα όποια οφέλη όμως των αποκρατικοποιήσεων εξανεμίστηκαν από τον πληθωρισμό λόγω των αιτιών που παραπάνω περιγράψαμε. Προσπάθησε σε δεύτερο στάδιο να καταπολεμήσει αυτές τις αιτίες με μεταρρυθμίσεις με αλλαγή σε Νομισματική Πολιτική (αυτονομία Κεντρικών Τραπεζών κλπ), Οικονομικές Μεταρρυθμίσεις (απλοποίηση φορολογικού συστήματος, ενίσχυση φοροεισπρακτικών μηχανισμών), απελευθέρωση της εσωτερικής και εξωτερικής Αγοράς κλπ [2] [4]
Φυσικά όλα τα παραπάνω με έναν τρομερό πόλεμο και παρασκήνιο από το προηγούμενο φαλιρισμένο σύστημα σε όλα τα επίπεδα το οποίο δεν ήθελε να χάσει μερίδιο στην νομή εξουσίας σε όφελος της ελεύθερης αγοράς. Μάχες δίνονταν σε Περιφερειακό και σε Κεντρικό Επίπεδο όπως και επί του ελέγχου της δικαστικής εξουσίας. Ήταν τόσο μεγάλη όμως και εμφανής η ανάγκη των αλλαγών που πολλοί βουλευτές κομμάτων της αντιπολίτευσης στήριζαν κατά περιόδους τον Μένεμ. [2]
Το 1991 – 1992 έγιναν περίπου 81.000 απολύσεις Δημοσίων Υπαλλήλων αυξάνοντας παράλληλα τα επίπεδα ανεργίας σε μια προσπάθεια να μειωθούν οι δαπάνες του Δημοσίου. Μαζί με τις αποκρατικοποιήσεις η μείωση έφτασε στις 95.000 που αποτελούσε το 37% των Δημοσίων Υπαλλήλων της Κεντρικής Κυβέρνησης. [2] Οι αποκρατικοποιήσεις εξασφάλισαν χρήμα στην κυβέρνηση ώστε να καλύπτει τα ελλείμματα της όλη την δεκαετία μέχρι το 1990 ενώ παράλληλα μείωσε το δημόσιο έλλειμμα αφού οι περισσότεροι οργανισμοί ήταν ζημιογόνοι. [9].
Παρότι απαραίτητες οι ιδιωτικοποιήσεις κοινωνικά δεν βοήθησαν σε όλες τις περιπτώσεις την κοινωνία της Αργεντινής καθώς δεν συνοδεύτηκαν από άλλα μέτρα. Αντί να σπάσει το κρατικό μονοπώλιο σε ορισμένες περιπτώσεις μετατράπηκε σε ιδιωτικό μονοπώλιο οδηγώντας τις τιμές πολύ υψηλά και μάλιστα μονοπώλιο σε ξένα χέρια. Παράλληλα είναι γεγονός ότι παρατηρήθηκαν παρατυπίες ως προς την διαδικασία αποκρατικοποιήσεων. [9]
Επικοινωνιακά ο τρόπος που χειρίστηκε ο Μένεμ τα συνδικάτα φέρει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Συγκεκριμένα είδαμε ότι τα συνδικάτα και οι αντιδράσεις τους, όχι μόνο ακύρωσαν δύο σχέδια εξυγίανσης της κατάστασης αλλά έριξαν και κυβερνήσεις. Απεναντίας ο Περονιστής Μένεμ δεν είχε τέτοιες αντιδράσεις. Το γεγονός ότι όλα τα συνδικάτα είχαν ωφεληθεί τις εποχές των Περονιστών στην εξουσία αλλά και οι προσωπικές σχέσεις το ίδιου με πολλούς συνδικαλιστές τους έκανε περισσότερο δεκτικούς στις αλλαγές. Υπήρχαν δίαυλοι επικοινωνίας. [9]
Αμέσως δόθηκε η δυνατότητα λόγω του παραπάνω να δοθούν φοροαπαλλαγές σε περισσότερες επιχειρήσεις από ότι παλαιότερα σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας. Παράλληλα δόθηκαν φοροαπαλλαγές σε εργοδότες από 0% έως και 80% ανάλογα πάλι με την περιοχή αλλά λόγω της περιπλοκότητας του συστήματος αυτού της φορολόγησης αυτό σχεδόν αμέσως απλοποιήθηκε με τον λεγόμενο flat rate tax που και σήμερα συζητιέται στις ΗΠΑ και άλλες χώρες (όπως και στην Ελλάδα), δηλαδή με έναν ενιαίο φόρο για όλους τους κλάδους. [2]
Λόγω της αντίδρασης της αντιπολίτευσης ο Μένεμ δεν κατάφερε όμως να μειώσει τις Συνταγματικές Αδυναμίες της Αργεντινής που ήταν αυτές που γεννούσαν πρακτικά το χρέος και αφορούσαν τα επίπεδα ελέγχου των Περιφερειακών Κυβερνήσεων στην Οικονομία και τον κρατισμό τους. ‘Όλα τα παραπάνω έκαναν την κυβέρνηση να καλέσει το ΔΝΤ το οποίο απαίτησε τις απαραίτητες συνταγματικές αλλαγές για το σάπιο σύστημα της Αργεντινής που υπάρχει από το 1850. [2]
“ΣΧΕΔΙΟ ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΟΤΗΤΑΣ” (Convertibility Plan)
Λόγω του πολέμου που δέχθηκε ο Μένεμ στις απαραίτητες Συνταγματικές αλλαγές και της αιτίας του προβλήματος που ήταν ο πληθωρισμός, η κυβέρνηση Μένεμ σκέφτηκε να αντιμετωπίσει αλλιώς το πρόβλημα. Συνέδεσε λοιπόν το αμερικανικό δολάριο με το αργεντίνικο πέσο. Το σχέδιο ονομάστηκε «Σχέδιο Μετατρεψιμότητας» (Convertibility Plan).
Η σύνδεση έγινε ορίζοντας με νόμο έναν κανόνα σύμφωνα με τον οποίο η Κεντρική Τράπεζα, ότι και αν γίνεται στην Οικονομία, υποχρεούται να κόβει ένα Πέσο ανά ένα Δολάριο που κυκλοφορεί στην Αγορά. Το σχέδιο ήταν παρόμοιο με αυτό της προηγούμενης κυβέρνησης (Austral Plan) μόνο που ήταν πιο ισχυρό αφού κατ’ αρχάς πέρασε από το Κογκρέσο ως Νόμος, και κατά δεύτερον επέβαλε στην Κεντρική Τράπεζα την υποχρέωση να δίνει δολάριο σε όποιον ήθελε να ανταλλάξει Πέσο σε ποσό ένα προς ένα, δεσμεύοντας την κυβέρνηση και την ίδια στο να ακολουθήσουν το σχέδιο. Αυτές οι ενέργειες ήταν σαφώς πιο αυστηρές από τις προηγούμενες προφορικές «δεσμεύσεις» των κυβερνήσεων, να μην κόψουν νέο νόμισμα. [9]
Το σχέδιο όντως σταθεροποίησε τις τιμές. Κάθε πράξη στην χώρα λάμβανε υπόψη τον πληθωρισμό με αποτέλεσμα να δομηθεί ένα πολύπλοκο σύστημα οικονομικών συναλλαγών. Παράλληλα όμως η μέση ανάπτυξη της Αργεντινής από το 1990 έως το 1997 ήταν περίπου στο 6% και φως φαινόταν στον ορίζοντα της κρίσης. [9]. Οι λεπτομέρειες της επιτυχίας δεν αφορούν τους πολλούς και δεν θα επεκταθώ.
Η Αργεντινή με αυτόν τον τρόπο όμως βάσει νόμου δεσμεύονταν πια να ακολουθεί περισσότερο το Εξωτερικό στην Νομισματική της πολιτική, από ότι τις ανάγκες της. Δηλαδή ασχέτως αν η Αργεντινή θέλει να κρατήσει τα επιτόκια σταθερά, αν η FED μείωνε ή αύξανε τα επιτόκια έπρεπε και η Κεντρική Τράπεζα της Αργεντινής να έκανε το ίδιο. Παρότι το ΔΝΤ εκφράστηκε εντόνως αρνητικά για αυτό το σχέδιο, γιατί περιόριζε πολύ την ελευθερία επιλογών αλλά τελικά το αποδέχθηκε. [9]
“TEQUILA CRISIS”
Παρότι όλα φαινόταν να πηγαίνουν καλά στην οικονομία και παρά την άνοδο των δεικτών (ανάπτυξη στο 8%), την σταθερότητα των τιμών, η ανεργία συνέχισε να είναι ένα πολύ σημαντικό πρόβλημα. Δημιουργήθηκαν περίπου 300.000 νέες θέσεις εργασίας, ωστόσο οι απολύσεις από αποκρατικοποιημένες επιχειρήσεις υπερέβαιναν αυτόν τον αριθμό, φτάνοντας την ανεργία στο 12,2% το 1994. [9]. Προσωπική μου γνώμη είναι ότι αυτό δεν ήταν σοβαρό πρόβλημα. Άλλωστε στην χώρα μας έχουμε αντιμετωπίσει διπλάσια ποσοστά ανεργίας.
Ωστόσο κάποια στιγμή μέσα στο 1995 ύστερα από κινήσει της Μεξικανικής Κυβέρνησης το Μεξικάνικο Πέσο υποχώρησε ραγδαία, γρήγορα συμπαρασύροντας τους επενδυτές να πουλήσουν και Αργεντίνικο Πέσο από φόβο ενδεχόμενης επίσης υποτίμησης. Μέχρι οι ΗΠΑ να σταθεροποιήσουν την πτώση του Μεξικανικού Πέσο, μαζικές πωλήσεις Αργεντίνικου Πέσο μείωσαν τα αποθέματα της Κεντρικής Τράπεζας από 16 δις δολάρια σε 11,2 δις δολάρια μέσα σε λίγους μήνες. Παρά τις διαβεβαιώσεις της Αργεντινικής Κυβέρνησης σχετικά με το ότι δεν θα υποτημηθεί το νόσμισμα, ο πανικός στις αγορές συνέχισε να αφαιρεί συνάλλαγμα από την Κεντρική Τράπεζα αναγκάζοντας την κυβέρνηση ώστε να περιορίσει τις διαρροές συναλλάγματος, να επιβάλει περιοριστικούς όρους με την βοήθεια και του ΔΝΤ. [9]
Η κυβέρνηση πήρε μέτρα για να ηρεμήσει τις αγορές τα οποία δεν υπάρχει λόγος να αναφέρω λεπτομερώς. Σημασία έχει ότι ο Μένεμ επανεκλέχτηκε στις εκλογές του 1995 και αυτό το γεγονός ήταν το μόνο που συγκράτησε τελικά τις αγορές. Η ανάκαμψη των αποθεμάτων γρήγορα ξανάρχισε. [9].
Το γεγονός ότι για όλη την δεκαετία η Αμερικανική Κυβέρνηση μείωνε τα επιτόκια βοηθούσε την Αργεντινή καθώς και η ίδια μείωνε τα δικά της, μειώνοντας την αξία του νομίσματος και άρα αυξάνοντας τις εξαγωγές της οι οποίες είχαν φτάσει στο σημείο να αυξάνονται με ποσοστά 75% ορισμένες χρονιές. Τι θα γινόταν όμως αν η FED αύξανε τα επιτόκια;
ΑΔΥΝΑΜΙΕΣ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ
Παρότι το σύστημα Μένεμ και η σύνδεση του Πέσο με το δολάριο πήγαινε καλά, η κυβέρνηση δεν έκατσε να σχεδιάσει την περίπτωση όπου οι νομισματικές πολιτικές των ΗΠΑ δεν θα ταιριάζουν με αυτές που έχει ανάγκη η χώρα. Για να ταιριάζει σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο μια τέτοια πολιτική μεταξύ δύο χωρών πρέπει να συντρέχουν κάποια δεδομένα που σε αυτή την περίπτωση δεν υπήρχαν (πχ κοινοί εμπορικοί δεσμοί, κοινοί οικονομικοί κύκλοι, κοινή έκθεση στους κινδύνους κλπ).
Ένας από τους λόγους που η κυβέρνηση κράτησε αυτή την πολιτική είναι και το γεγονός της ψυχολογίας. Ότι δηλαδή επί έναν αιώνα περίπου η Αργεντινή ταλαιπωρείται από τον υψηλό πληθωρισμό κάτι που κάνει τους ίδιους τους πολίτες της σκεπτικούς απέναντι στο ίδιο το νόμισμα τους. Η ασφάλεια της έννοιας της σύνδεσης με το δολάριο είναι πολύ σημαντική για την σταθερότητα του νομίσματος [9] καθώς όπως ξέρουμε η Οικονομία είναι σε μεγάλο μέρος ψυχολογικό παιχνίδι.
Παράλληλα αν μελετήσει κανείς το χρέος των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων στην Αργεντινή θα δει ότι τα περισσότερα δάνεια ήταν σε δολάρια. [9]. Αν η κυβέρνηση αποδέσμευε το Πέσο από το δολάριο και υποτιμούσε το Πέσο έστω και μια φορά, αυτό θα προκαλούσε σειρά πτωχεύσεων νοικοκυριών και επιχειρήσεων αφού το χρέος τους θα αυξάνονταν και έτσι θα αναγκάζονταν να οδηγήσουν και πάλι στον ίδιο κύκλο, από εκεί που ξεκινήσανε. Δηλαδή στην κοπή χρήματος και στον υπερπληθωρισμό.
ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ FERNANDO DE LA RUA
Παρότι τα πράγματα στην Οικονομία φαινόταν να πηγαίνουν καλύτερα το 1999 ο Μένεμ δεν μπορούσε Συνταγματικά να κατέβει για 3η φορά ως υποψήφιος για την Προεδρία της χώρας. O μεγαλύτερος αντίπαλος του Μένεμ, ο Eduardo Duhalde πρώην κυβερνήτης της περιοχής του Μπουένος Άιρες (της πιο πολυπηθούς) βούλιαξε την χώρα στο χρέος προκειμένου να κερδίσει την Προεδρία (30% του κάθε είδους χρέους ολόκληρης της χώρας προέρχεται από την περιφέρεια του μέχρι το 2000). Παρόλαυτά έχασε από τον Fernando de la Rúa. [2]
Η κυβέρνηση έθεσε άμεσα ως πρώτη προτεραιότητα την ελάφρυνση της κατάστασης για την περιοχή του Μπουένος Άιρες. Για να αποφύγει την πτώχευση της Περιφέρειας από την παραπάνω τακτική των Δημοσίων Τραπεζών όπως την περιέγραψα, αφού η Περιφέρεια λόγω «αντίστασης» στον Μένεμ αρνήθηκε να αποκρατικοποιήσει την Τράπεζα, έδωσε χρήμα μέσω της Κεντρικής Τράπεζας της Αργεντινής ύψους 65.000.000 δολαρίων μόνο το 2002. Παρά το παράλογο της συγκεκριμένης πρακτικής, οι πολίτες του Μπουένος Άιρες, ως κοινή γνώμη, δεν ήταν καθόλου δυσαρεστημένοι με το βάρος που προκαλούσαν στην υπόλοιπη Αργεντινή καθώς το αναδιανεμητικό σύστημα της Αργεντινής όλα τα χρόνια ήταν εναντίον της περιφέρειας αυτής αφού στήριζε περισσότερο της υπανάπτυκτες περιφέρειες, δυσανάλογα με την συνεισφορά τους στους πόρους. [2][9]
Παράλληλα άρχισαν να φαίνονται και κάποιες αρνητικές συνέπειες γεγονότων που συνέβησαν λίγο καιρό πριν (1998 – 1999). Κρίση χτύπησε την Βραζιλία και την Ρωσία στις οποίες η Αργεντινή είχε δώσει εξαγωγική έμφαση και παράλληλα η Βραζιλία υποτίμησε το νόμισμα της μειώνοντας την ανταγωνιστικότητα της Αργεντινής. Το 2000 το ευρώ επίσης υποτιμάται κατά 20%. Στις ΗΠΑ σκάει η φούσκα της αγοράς ηλεκτρονικών και παράλληλα στις 11 Σεπτεμβρίου γίνεται το χτύπημα στους Διδύμους Πύργους. [2][9]. Οι εξαγωγές της Αργεντινής καταρρέουν (έπεσαν 20% μόνο από την Βραζιλία).
Ο Fernando de la Rúa προσπάθησε να μειώσει τις δαπάνες αφού τελικά και λόγω των παραπάνω γεγονότων, η ανάπτυξη δεν θα ήταν όση προέβλεπε η κυβέρνηση Μένεμ για το 2002. Η πρόταση του βρήκε αντίθετη την πλειοψηφία του Κογκρέσου, αφού και πάλι απαιτούντο συναπόφαση με το κόμμα των Περονιστών, κάτι που αυτοί αρνήθηκαν να δώσουν. Πλέον ήταν αδύνατο για την χώρα μετά από αυτή την άρνηση να ανταποκριθεί στις δεσμεύσεις που ο Μένεμ είχε δώσει στο ΔΝΤ.
Αρχικά η κυβέρνηση προσπάθησε αφού δεν μπορούσε να μειώσει τις δαπάνες και προφανώς δεν ήθελε και δεν μπορούσε να κόψει νόμισμα, να δανειστεί από το Εξωτερικό. Η πτώχευση της Ρωσίας όμως έκανε τις αγορές χρήματος περισσότερο προσεκτικές και το χρήμα πιο ακριβό λόγω ακριβώς αυτής της ψυχολογίας.
Η εμπλοκή του ΔΝΤ κρίθηκε απαραίτητη από την κυβέρνηση. Το ΔΝΤ είχε πολλά διλλήματα. Από την μια δεν ήθελε να αφήσει την Αργεντινή στην μοίρα της, αφού η χρεοκοπία ήταν σίγουρη μετά τα όσα προηγήθηκαν (ήταν άλλωστε ο καλύτερος μαθητής του ΔΝΤ), από την άλλη έβλεπε πως η Αργεντινή χρειαζόταν τεράστια ποσά για να καταφέρει να διέλθει της κρίσης της, ποσά που ήταν πολύ δύσκολο να εξασφαλίσει. Τα σχέδια του αποτύγχαναν καθώς τα ποσά πάντα ήταν μικρότερα από όσα προβλέπονταν και οι Αργεντίνοι δεν αποχωρούσαν από την σύνδεση του Πέσο με το δολάριο, ούτε όμως μείωναν τις δαπάνες τους. [9].
Ο Πρόεδρος προκειμένου να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του αρνήθηκε να πληρώσει τις Περιφερειακές Κυβερνήσεις όσα είχαν συμφωνήσει. Αυτές αντί να μειώσουν τις δαπάνες συνέχισαν τον δανεισμό και κατέφυγαν δικαστικά, ενώ παράλληλα οδήγησαν τον κόσμο στους δρόμους. Ο Fernando de la Rúa έχασε την Προεδρία όταν η κυβέρνηση συνασπισμού έσπασε, ερχόμενος ο Eduardo Duhalde στην Προεδρία κάτι που αναδεικνύει την δύναμη των Κυβερνητών των Περιφερειών στην Αργεντινή. [2]
ΤΟ ΕΛΙΚΟΠΤΕΡΟ
Η λεπτομέρεια είναι ότι η κυβέρνηση για να καλύψει τις υποχρεώσεις της εντός και εκτός Αργεντινής, η κυβέρνηση του Fernando de la Rúa κήρυξε στάση πληρωμών προς το εξωτερικό. Το νόμισμα υποτιμήθηκε κατά 200% ενώ ο κόσμος έτρεξε στις Τράπεζες να πάρει τα χρήματα του. Για να αποφύγει η κυβέρνηση Τραπεζική κατάρρευση απαγόρευσε τις αναλήψεις οδηγώντας τον κόσμο σε μεγαλύτερο εκνευρισμό. Ο Πρόεδρος που κήρυξε την στάση πληρωμών τελικά πιεζόμενος από το σύστημα, βρέθηκε αντιμέτωπος με έναν όχλο και έφυγε άρον άρον από το Προεδρικό Μέγαρο με ελικόπτερο για να γλιτώσει. [4][9]
Δεδομένης της παραπάνω πολιτικής και της πρακτικής άρνησης των Περιφερειακών Κυβερνήσεων να μειώσουν τις δαπάνες, το κράτος κάλυπτε αυτό το κενό από το 1999 μέχρι το 2002 μέσω κρατικών ομολόγων (δανεισμού με εγγυητή το κράτος). Μόνο το 2001 και 2002 η Κεντρική Κυβέρνηση παρέδωσε ποσά ομολόγων ύψους 5 δις δολάρια στις Περιφερειακές Κυβερνήσεις υπονομεύοντας περισσότερο την χώρα και το μέλλον της αφού αύξανε τον συνολικό της δανεισμό. [2]
ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ KIRCHNER
Η κυβέρνηση δόθηκε στον Néstor Kirchner, ο οποίος προσπάθησε και πέτυχε να αναδιαπραγματευτεί το χρέος της Αργεντινής, την στάση πληρωμών του οποίου είχε κηρύξει ο Fernando de la Rúa. Αυτό έδωσε στον Kirchner την ευκαιρία να ανακατατάξει την Αργεντινική Οικονομία και να πετύχει υψηλή ανάπτυξη μέσω ισχυρών εξαγωγών, με ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 8 – 10 % και ο πληθωρισμός μειώθηκε στο 13% σε σχέση με το 26% του 2002 και φτάνοντας το 5% το 2006. Παράλληλα για πρώτη παρουσιάστηκε πρωτογενές πλεόνασμα 2,5% το 2003. Σε αυτό βοήθησε και η άνοδος των τιμών διεθνώς, πολλών ειδών που βασικός τους προμηθευτής παγκοσμίως είναι η Αργεντινή. [4]
Οι ποσότητες οι οποίες εξάγει η Αργεντινή είναι τεράστιες. Παρότι η εσωτερική ζήτηση είναι μειωμένη, η Αργεντινή παρουσιάζει εμπορικό πλεόνασμα και σε αυτό συντελεί το ότι ο κόσμος δεν έχει λεφτά και άρα δεν υπάρχει κατανάλωση με αποτέλεσμα να μην γίνονται εισαγωγές και η χώρα μόνο να εξάγει. Η μειωμένη εσωτερική ζήτηση και η ανταγωνιστικότητα συγκεκριμένων προϊόντων βοηθούν την Αργεντινή. Αυτός είναι και ο λόγος ότι παρά τα όποια βήματα στην Οικονομία η κατάσταση δεν έχει βελτιωθεί ουσιαστικά για τους πολίτες.
Παράλληλα ο Kirchner παρά την όποια θετική διαχείριση της κατάστασης δεν έληξε κανένα από τα διαρθρωτικά προβλήματα της οικονομίας της Αργεντινής που όπως προείπαμε είναι βαθύτατα κοινωνικά και συνταγματικά. Αυτό παρά την εκμηδένιση του χρέους θα δούμε στην πορεία των ετών την επαναγιγάντωση του. Αφού οι αιτίες που το δημιούργησαν συνεχίζουν να παραμένουν.
Επίσης είναι πολύ μεγάλη η συζήτηση σχετικά με τα νούμερα που παρουσιάζει η Αργεντινή. Πολλοί διεθνείς αναλυτές αλλά και το Πανεπιστήμιο του Μπουένος Άιρες θεωρούν ότι η σημερινή κυβέρνηση της γυναίκας του Kirchner, Cristina Fernández, δίνει πλαστά στοιχεία σε ότι αφορά την κατάσταση στην Αργεντινή και ειδικότερα στον πληθωρισμό. Η κυβέρνηση λέει ότι ο πληθωρισμός είναι 10% ενώ όλοι οι αναλυτές λένε για 30% και πάνω. [3][5][6][12]. Μάλιστα σε ερώτηση ελληνίδας δημοσιογράφου στον Υπουργό Οικονομικών της εκείνος παρακάλεσε να μην απαντήσει και να αποχωρήσει από την συνέντευξη. [7]. Υπάρχουν συνεχώς διαδηλώσεις με νεκρούς και λεηλασίες καταστημάτων, μια κατά τις οποίες έγινε τις ημέρες επίσκεψης του Τσίπρα εκεί. [8].
Η Αργεντινή κήρυξε πτώχευση του 2002 και έχουμε 2013 και είναι ακόμα εκτός αγορών. Παράλληλα δεν έχει καταφέρει να ανασκευάσει το σύνολο του χρέους της. Πέρα από αυτό η πραγματική κατάσταση των πολιτών στην Αργεντινή δεν βελτιώνεται ακόμα και γίνεται όλο και χειρότερη. Είναι προφανές ότι αφού η κυβέρνηση της Kirchner είναι εκτός αγορών και δεν μπορεί να δανειστεί, και αφού αυτή και ο άντρας της δεν άλλαξαν τίποτα όσον αφορά τα διαρθρωτικά προβλήματα της Αργεντινής, το «κόψιμο» νομίσματος από την Κεντρική Τράπεζα είναι η μόνη λύση επιβίωσης τους, και αυτό είναι επόμενο να εκτοξεύει τον πληθωρισμό και να εκμηδενίζει τις καταθέσεις που είναι ανύπαρκτες. Ολόκληρη η Οικονομία τους χρηματοδοτείται από τις υψηλές εξαγωγές και ειδικότερα τυχεροί στάθηκαν στην άνοδο διεθνώς των τιμών των αγροτικών προϊόντων κάτι που όμως κάποια στιγμή θα τελειώσει, και τότε; Το μέλλον της Αργεντινής είναι πιο αβέβαιο από όσο οι λαϊκιστές το περιγράφουν και οι πολίτες της Αργεντινής το ξέρουν πολύ καλά αυτό.
Πέρα από την «τύχη» όμως της ανόδου των τιμών τους, είναι γεγονός ότι η Αργεντινή έχει κάνει πολύ μεγάλες συμφωνίες για αποκρατικοποιήσεις και εμπορικές συμφωνίες με χώρες όπως η Κίνα, που οδηγούν τις εξαγωγές προς τα πάνω. Παράλληλα αν και αδυνατεί να προσελκύσει ξένα κεφάλαια ώστε να ρίξει την ανεργία και να αυξήσει την ποικιλία προϊόντων εξαγωγών της [13], δεν το καταφέρνει αυτό και συνεχίζει να εξάγει κυρίως αγροτικά προϊόντα που είναι ευάλωτα στις διεθνείς τιμές που ορίζονται από την αγορά αφού δεν έχουν υψηλή προστιθέμενη αξία.
ΓΕΝΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Η μόνη καλή περίοδος για την Αργεντινή, εκτός από εκείνες όπου το εξωτερικό δανείζει την χώρα, ήταν η περίοδος η οποία η χώρα ακολουθούσε αυστηρή νομισματική πολιτική, που επιβάλλονταν λόγω της ύπαρξης του Χρυσού Κανόνα. Αυτό μας δείχνει ότι το βασικό οικονομικό πρόβλημα της Αργεντινής είναι οι δαπάνες που γεννούν τον πληθωρισμό και όχι το χρέος. Το ίδιο που συμβαίνει και στην χώρα μας χωρίς όμως να μπορούμε να δημιουργήσουμε πληθωρισμό (λόγω Ευρώ). Το χρέος απλά όσο γεμίζει καταφέρνει να μειώνει τις πληθωριστικές πιέσεις οι οποίες φουντώνουν όταν για λόγους χρεοκοπίας η Αργεντινή κηρύττει στάση πληρωμών, οδηγώντας σε συνολική κατάρρευση μέχρι και το εμπόριο.
Παρότι προσπάθησε πολλές φορές κάθε κυβέρνηση να περιορίσει τον πληθωρισμό ή τις δαπάνες, οι προσπάθειες απέτυχαν καθώς υπάρχουν σοβαρά κοινωνικά και συνταγματικά προβλήματα και νοοτροπίες που αντιστέκονται σε κάθε τέτοια προσπάθεια. Άρα η Αργεντινή πρέπει πρωτίστως να αλλάξει σε νοοτροπία και σε σύνταγμα. Αυτό είναι κοινό κατά την κρίση μου και στο θέμα της Ελλάδος. Η Αργεντινή όπως και η Ελλάδα απαιτούν ένα νέο «κοινωνικό συμβόλαιο» των κοινωνικών τους ομάδων ώστε να δημιουργήσουν κάτι βιώσιμο τελικά, αν και τα προβλήματα τους είναι διαφορετικά εντελώς λόγω διαφορετικών συστημάτων.
Σχεδόν όλοι οι πολιτικοί άνδρες της Αργεντινής είχαν καλές προθέσεις και καλά αποτελέσματα μέχρι μέρος του πολιτικού συστήματος και ιδιαίτερα τα συνδικάτα τους γκρεμίσουν. Ο μόνος που κατάφερε να επιβάλλει τις απαραίτητες αλλαγές αναίμακτα ήταν ο αρχηγός των Περονιστών Μένεμ. Αυτό γιατί οι Περονιστές στην Αργεντινή είναι άμεσα συνδεδεμένοι με τις συνδικαλιστικές φατρίες οι οποίες επιτυχώς σαμποτάρανε κάθε άλλη μεταρρυθμιστική προσπάθεια ίσως και με ευθύνη και των ίδιων όταν βρίσκονται στην αντιπολίτευση (σας θυμίζει κάτι αυτό;).
Η τελευταία διοίκηση της Αργεντινής προσπαθεί σκληρά – και σχετικά επιτυχημένα προς το παρόν – να διαχειριστεί μια κακή κατάσταση που έχει ιστορία 100 χρόνων, χωρίς όμως να αλλάξει, ή να αποπειραθεί να αλλάξει, τίποτα από τα προβλήματα που χρόνια μαστίζουν τους θεσμούς της χώρας. Όταν η Αργεντινή θα ξαναμπεί στις αγορές είναι βέβαιο ότι άμεσα θα ξαναχρεοκοπήσει από το χρέος για αυτούς τους λόγους.
Παρά τα θετικά οικονομικά στοιχεία η κατάσταση για τους πολίτες βαίνει χειρότερη, οι φτωχοί έχουν αυξηθεί κατακόρυφα. Κάθε χώρα ορίζει μόνη της τα «όρια της φτώχειας», ακόμα και σύμφωνα με τα στοιχεία της Αργεντινής οι άνθρωποι που ζούνε κάτω από τα όρια της φτώχειας (τα οποία είναι πιο κάτω από τα δικά μας φυσικά) αγγίζουν το 30% ενώ το 1/3 από αυτούς ζούνε κάτω από τα όρια της απόλυτης φτώχειας. Είναι γεγονός ωστόσο ότι πάντα τα θετικά οικονομικά στοιχεία αργούν να φανούν στην Οικονομία, ωστόσο το ότι δεν φαίνονται ακόμα παρά τα 10 χρόνια μετά την πτώχευση πρέπει να μας βάζει σε σκέψεις για το πόσο χειρότερα θα ήμασταν αν κάναμε την ίδια πρακτική αφενός και αφετέρου το ότι δεν φαίνονται τα αποτελέσματα ακόμα ίσως ενισχύει το συμπέρασμα ότι η κυβέρνηση δίνει ψευδή στοιχεία για τον πληθωρισμό που οδηγούν όλους τους πραγματικούς δείκτες προς τα πάνω σε αναληθή επίπεδα.
ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΟΝ ΤΣΙΠΡΑ
Πέρα από την επιφανειακή προσέγγιση όλων των θεμάτων από την ελληνική πολιτική ηγεσία και ειδικότερα την αντιπολίτευση, βαθύτατα θεωρώ ότι στην περίπτωση του κ. Τσίπρα μπορούμε να βρούμε πολύ περισσότερα ανατριχιαστικά στοιχεία.
Η αναφορά και μόνο της περίπτωσης της Αργεντινής ως περίπτωση που ενισχύει το δική του λογική για τα πράγματα (κηρύττω πτώχευση, κόβω νόμισμα, βγαίνω από τους διεθνείς οργανισμούς, ή αυτοί δεν με «τιμωρούν» για την στάση αυτή) σημαίνει πολλά:
Α) ο Αλέξης Τσίπρας δεν ξέρει τίποτα για την Αργεντινή, αφού εν τέλει θα έπρεπε να μπορεί να καταλάβει ότι είναι περίπτωση που δείχνει το ακριβώς αντίθετο, ότι δηλαδή ότι μας λέει ότι θα κάνει οδηγεί στην καταστροφή και εν τέλει στην δική του φυγή με ελικόπτερο. Αυτό μπορεί να οφείλεται:
i) στο ότι δεν ξέρει αγγλικά, άρα δεν μπορεί να διαβάσει τίποτα που δεν είναι στην γλώσσα του. Τραγικό για κάποιον που θέλει να γίνει Πρωθυπουργός. Άλλωστε είναι γνωστό ότι δεν ξέρει αγγλικά και παλεύει να μάθει.
ii) ότι δεν διαβάζει τι του λένε διάφοροι σύμβουλοι του να προσφωνεί στην Βουλή, και παράλληλα οι σύμβουλοι του είναι σίγουρα κατώτεροι των περιστάσεων και της θέσης τους.
Β) πόσο λαϊκιστής είναι και πόσο παρόμοιο επίπεδο με αυτόν έχουν οι περισσότεροι – αν όχι όλοι – οι ψηφοφόροι του για να τους αρέσει και να «φτιάχνονται» με τέτοιες ηλιθιότητες και να τις αναπαράγουν κιόλας.
Γ) πόσο περίπλοκη είναι η αλήθεια σε σχέση με ένα ψέμα στιγμής. Ένα ψευτοδίλημμα που δημιουργεί κάποιος δημιουργεί εντυπώσεις στις μάζες οι οποίες προφανώς αγνοώντας τις λεπτομέρειες συνεπαίρνονται από το ψέμα και με δικούς τους συνειρμούς συνδέουν γεγονότα ασύνδετα ή άκυρα μεταξύ τους και πολλές φορές ακριβώς αντίθετα.
Δ) Με βάση τις «γνώσεις» του, με βάση την αντίληψη του, και με βάση τα λεγόμενα του αλήθεια ποιος πραγματικά πιστεύει ότι ο κος Τσίπρας μπορεί να κυβερνήσει σε μια τόσο ταραγμένη περίοδο; Μάλλον όπως φάνηκε από τις τελευταίες εξελίξεις, ούτε ο ίδιος…
Promitheus Pyrforos