ΣΑΜΑΡΑΣ, ΝΔ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΞΙΑ
29 Νοεμβρίου του 2009. Έχουν περάσει περισσότερα από 4
χρόνια από ένα γεγονός που για πολλούς θα άλλαζε την ιστορία της Δεξιάς στην
Ελλάδα. Ο Αντώνης Σαμαράς διαδέχεται τον Κώστα Καραμανλή στην ηγεσία της ΝΔ.
Υπόσχεση και αποστολή του να ενώσει ξανά τη Δεξιά, να της προσδώσει τα στοιχεία
εκείνα που μέχρι τότε της έλειπαν [σαφή πολιτικό λόγο, ιδεολογικό μανδύα και
ριζοσπαστικό χαρακτήρα] και την καθήλωναν σε μειονεκτική σχέση με την Αριστερά
και να την οδηγήσει ξανά στην εξουσία. Πολλές προσδοκίες δημιουργήθηκαν τότε,
και πολλά γεγονότα που είτε τις επιβεβαίωσαν είτε τις διέψευσαν μεσολάβησαν. Εν
τέλει σήμερα ποια ακριβώς είναι η κατάσταση εντός της παράταξης;
Ας ξεκινήσουμε από μία αναδρομή στο 2009. Τότε που ο
αποχωρήσας πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής μετά την ήττα στις εκλογές, και
μάλιστα με ιστορικά χαμηλά για το κόμμα, επέλεξε να αποχωρήσει από την προεδρία
του και να αφήσει να επιλεγεί από τη βάση ο επόμενος ηγέτης, χωρίς ο ίδιος να
εμπλακεί και δεσμευόμενος ότι θα τον στηρίξει. Τότε στους κόλπους τόσο του
κόμματος όσο και της ευρύτερης παράταξης τέθηκαν σε ισχύ διεργασίες για να
καθοριστεί τόσο η ομάδα που θα αναλάμβανε την ηγεσία όσο και η μελλοντική
κατεύθυνση της παράταξης. Στην ουσία δημιουργήθηκε ένα δίπολο ανάμεσα σε όσους
υποστήριζαν τη διατήρηση μετριοπαθούς κεντρώας κατεύθυνσης, με επικεφαλής την
υποψήφια Ντόρα Μπακογιάννη, και όσους επιθυμούσαν στροφή προς τα δεξιά, με
υποψήφιο τον Αντώνη Σαμαρά. Όπως όλοι θυμόμαστε στις εκλογές που ακολούθησαν η
βάση της ΝΔ ψήφισε απευθείας το Σαμαρά, επιλέγοντας έτσι να δημιουργηθεί και
πάλι η μεγάλη Δεξιά με κορμό τη ΝΔ. Ήταν η πρώτη φορά μετά από σχεδόν 20 χρόνια
που η παράταξη έθετε και επισήμως αυτό το στόχο.
Από τότε πέρασαν 4 χρόνια. Η ΝΔ επανήλθε στην κυβέρνηση, ο
Σαμαράς έγινε πρωθυπουργός και το χρονικό διάστημα που έχει παρέλθει είναι
αρκετό για να γίνει ένας πρώτος απολογισμός. Έχουν υπάρξει βήματα για τη
συγκρότηση της μεγάλης δεξιάς παράταξης;
Για τη δημιουργία της μεγάλης Δεξιάς έπρεπε πρώτα απ’ όλα το
σύνολο της παράταξης να συσπειρωθεί σε ένα κοινό μέτωπο με κοινούς στόχους την
επικράτηση της παράταξης και την εφαρμογή πολιτικών που συνάδουν με την
ιδεολογία της, ώστε να διασφαλιστεί η
διαρκής και όχι συγκυριακή υπεροχή της. Όπως απέδειξε περίτρανα η κυβερνητική
θητεία της ΝΔ το διάστημα 2004-2009 δεν αρκεί η εκλογική επικράτηση για να
θεωρήσει κανείς ότι έχει την υπεροχή στην κοινωνία. Δεν έχει νόημα αν δεν
εφαρμόσει πολιτικές που θα ικανοποιήσουν τη βάση του και κυρίως θα τονίσουν τη
διαφορά του από τους υπόλοιπους. Καλή είναι η συνεννόηση, και ο συμβιβασμός
όποτε χρειάζεται, ποτέ όμως δεν πρέπει να φτάνεις στο σημείο της πλήρους
υποχώρησης, όπως έγινε μερικά χρόνια πριν.
Όσον αφορά τον πρώτο στόχο, τη συσπείρωση της παράταξης, ας παρατηρήσουμε
λίγο τι συμβαίνει στον κομματικό χάρτη. Το 2009 υπήρχαν ουσιαστικά δύο μόνο
κόμματα να απαρτίζουν τη Δεξιά: Η ΝΔ και ο ΛΑΟΣ. Υα υπόλοιπα ήταν εντελώς
αμελητέες ποσότητες, που δεν ξεπερνούσαν το 1%. Συνεπώς φαινόταν ότι ο τρόπος
για να ολοκληρωθεί η ένωση της παράταξης ήταν αφενός η απορρόφηση των ψηφοφόρων
και των στελεχών του ΛΑΟΣ, αφετέρου ο επαναπατρισμός των ψηφοφόρων της ΝΔ που
το 2009 επέλεξαν να εκφράσουν τη δυσφορία τους απέχοντας από τις εκλογές. Με
τις δύο αυτές κινήσεις και ταυτόχρονα τη διατήρηση των δυνάμεων της ΝΔ η
παράταξη θα ήταν και πάλι ενωμένη.
4 χρόνια μετά η κατάσταση έχει αλλάξει εντελώς. Η ΝΔ
παραμένει πρώτο κόμμα, όμως με πολύ χαμηλότερα ποσοστά, ενώ γύρω της πλέον
υπάρχουν περισσότεροι να την ανταγωνίζονται. Μεγάλο μέρος της παράταξης
αποσχίστηκε και διαφοροποιήθηκε δημιουργώντας άλλους κομματικούς σχηματισμούς ή
ενισχύοντας ήδη υπάρχοντες. Φιλελεύθεροι μεταπήδησαν στη Δράση, εκσυγχρονιστές
στη Δημιουργία Ξανά και το Θάνο Τζήμερο, μέρος της λαικής Δεξιάς δημιούργησε νέο
σχηματισμό με επικεφαλής τον Πάνο Καμμένο, και κυρίως ένα μεγάλο και ετερόκλητο
μέρος της βάσης του κόμματος μεταφέρθηκε στη ΧΑ. Επιπλέον στελέχη που
αποχώρησαν από το κόμμα δημιούργησαν δικούς τους [ας πούμε προσωποπαγείς]
σχηματισμούς [Νικολόπουλος, Πολύδωρας, Ζώης], που ναι μεν έχουν μικρή απήχηση
όμως λειτουργούν ανά πάσα στιγμή ως δεξαμενές προσέλκυσης δυσαρεστημένων. Εν
ολίγοις το κόμμα έχασε μεγάλο μέρος της δύναμής του, διασπάστηκε και απώλεσε την ενότητα του, αντί
να ενωθεί σε ένα φορέα όπως ήταν ο στόχος. Χάθηκε το πλεονέκτημα της
συσπείρωσης και της πολυσυλλεκτικότητας, κάτι που η παράταξη ανέκαθεν διέθετε
απέναντι στην Αριστερά και της εξασφάλιζε την επικράτηση. Ουσιαστικά ο μόνος
στόχος που επιτεύχθηκε από όσους είχε αρχικά θέσει η ηγεσία ήταν η προσέλκυση
μέρους των στελεχών και της βάσης του ΛΑΟΣ, κίνηση που είχε σαφώς σημαντικά και
μετρήσιμα αποτελέσματα αλλά δεν ήταν αρκετή για να επιφέρει τη δημιουργία μιας
μεγάλης παράταξης.
Απ’ την άλλη αν παρατηρήσει κανείς το πράγμα από πολιτική
σκοπιά θα έχει να κάνει ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις. Η ΝΔ ως το μεγαλύτερο κόμμα
της παράταξης ανέκαθεν εμφάνιζε μια πολυσυλλεκτικότητα που της εξασφάλιζε
σημαντική δύναμη. Φιλελεύθεροι συνυπήρχαν με συντηρητικούς, ακροδεξιοί με
κεντρώους, εκσυγχρονιστές με λαικοδεξιούς. Σήμερα όπως προαναφέρθηκε μεγάλο
μέρος από τους χώρους αυτούς έχει αποχωρήσει και έχει αναζητήσει αλλού στέγη,
χωρίς ωστόσο να έχει σταματήσει να εκπροσωπείται από τη ΝΔ. Όλοι οι παραπάνω
χώροι, και όχι μόνο, διατηρούν ακόμα το δικαίωμα να ισχυρίζονται ότι ανήκουν
στη ΝΔ, με αποτέλεσμα να ισχύει το εξής παράδοξο: Η ΝΔ παραμένει ένα
πολυσυλλεκτικό κόμμα, η δυναμική που της εξασφάλιζε όμως η πολυσυλλεκτικότητα
έχει ψαλιδιστεί σημαντικά. Εν ολίγοις, ο πρώτος εκ των δύο στόχων, η ένωση-συσπείρωση
της παράταξης, μέχρι στιγμής δεν έχει επιτευχθεί, αντιθέτως έχουν γίνει μόνο
βήματα προς τα πίσω.
Για την επίτευξη ωστόσο ενός στόχου απαιτούνται και οι
κατάλληλες συνθήκες. Δεν αρκεί η θέληση και η απόφαση. Ο Σαμαράς ανέλαβε την ηγεσία
και την αποστολή σε μια δύσκολη περίοδο με μεγάλες προκλήσεις. Η οικονομική
κρίση, η συσσώρευση και αποκάλυψη των προβλημάτων που δημιούργησαν τα 40 χρόνια
της Μεταπολίτευσης και η πολιτική κρίση που εκ των υστέρων προκλήθηκε μόνο
θετικές συνθήκες για την πραγματοποίηση ενός αμιγώς πολιτικού εγχειρήματος δε
χαρακτηρίζονται. Πόσο μάλλον όταν το εγχείρημα αυτό αφορά ένα κόμμα
πολυσυλλεκτικό, που σημαίνει ότι πρέπει κανείς να ικανοποιήσει διαφορετικές
τάσεις με διαφορετικές επιδιώξεις. Η γενικότερη κρίση που βρισκόταν και
εξακολουθεί να βρίσκεται η χώρα σήμαινε ότι η ΝΔ όφειλε να αναλάβει σημαντικές
ευθύνες, τόσο ως κυβέρνηση όσο και ως αξιωματική αντιπολίτευση. Δεν είχε την
πολυτέλεια και την ευελιξία να χειρίζεται την κατάσταση πολιτικά, ούτε τον
απαραίτητο χρόνο για πολιτικές διεργασίες που θα κρατούσαν κοντά ομάδες
αντίθετες με την πολιτική της. Σχεδόν αμέσως αφότου ανέλαβε την ηγεσία ο
Σαμαράς βρέθηκε αντιμέτωπος με διλήμματα και καταστάσεις που ήταν παραπάνω από
αρκετά για να θέσουν την ένωση της παράταξης σε δεύτερη μοίρα.
Στην πολιτική πάντα ιεραρχείς προτεραιότητες και κάνεις
επιλογές. Ακόμα περισσότερο όταν η εποχή που δραστηριοποιείσαι είναι γεμάτη
προκλήσεις και διλήμματα. Με την κατάσταση που έπρεπε να αντιμετωπίσει η
παράταξη ήταν αδύνατο να διατηρηθεί αρραγής. Υπήρχε μεγάλη ανάγκη για
μεταρρυθμίσεις στην οικονομία ώστε να αποφευχθεί η διάλυση, οι μεταρρυθμίσεις
αυτές όμως έβρισκαν αντίθετο τμήμα της λαϊκής Δεξιάς, και δεν υπήρχε τρόπος να
αποφευχθεί η αποσκίρτηση του. Χρειάζονταν αλλαγές στην κοινωνία για να
διορθωθούν στρεβλώσεις, στις αλλαγές αυτές όμως ήταν αντίθετο για διαφορετικούς
λόγους μέρος τόσο της φιλελεύθερης όσο και της συντηρητικής μερίδας. Η παραμονή
στην ΕΕ για να μη χάσει η χώρα τη διεθνή κατεύθυνσή της τέθηκε ως η νούμερο ένα
προτεραιότητα, αυτό όμως ήταν αδιανόητο τόσο για τους ακροδεξιούς όσο και για
τη λαϊκή Δεξιά. Στα παραπάνω σημεία, και όχι μόνο, ήταν αδύνατο να υπάρξει
σύμπνοια του συνόλου της παράταξης, αφού άγγιζαν σημεία που για μέρη της
θεωρούνταν κόκκινες γραμμές. Είναι αδύνατο να δίνεις τη μάχη για παραμονή στην
ΕΕ μαζί με άτομα που δεν πιστεύουν σε αυτή, ή να προσπαθείς για φιλελεύθερες
μεταρρυθμίσεις στην οικονομία όταν ένα μέρος της παράταξης είναι δέσμιο του
κρατισμού.
Όταν τα στοιχήματα που έχεις να αντιμετωπίσεις είναι κρίσιμα
οι στόχοι που ήθελες να επιτύχεις αναγκαστικά αναθεωρούνται. Όλη η πορεία του
Σαμαρά ως πρόεδρος ήταν γεμάτη από τέτοιες καταστάσεις, όπου έπρεπε να κάνει
επιλογές που θα δυσαρεστούσαν είτε τη μία είτε την άλλη πλευρά. Το όχι στο
πρώτο μνημόνιο δυσαρέστησε το φιλοευρωπαϊκό και το φιλελεύθερο κομμάτι της ΝΔ,
χωρίς όμως να οδηγήσει σε αποσκίρτηση. Η ακραία αντιπολίτευση που ακολούθησε δυσαρέστησε
τους συντηρητικούς, κάτι που τότε είχε οδηγήσει σε αύξηση του ΛΑΟΣ. Η συμμετοχή
στην κυβέρνηση Παπαδήμου ήταν κόκκινη γραμμή για τη λαϊκή Δεξιά, και το δεύτερο
μνημόνιο όπου η ΝΔ αυτή τη φορά είπε ναι οδήγησε μεγάλο μέρος της σε αποχώρηση.
Και τέλος, πέραν από τα συγκεκριμένα περιστατικά που οδήγησαν μέρος της βάσης
εκτός του κόμματος, το όλο κλίμα στην κοινωνία και την οικονομία οδήγησαν
μεγάλο μέρος του κόσμου να εκφράσει την απέχθεια του για το πολιτικό σύστημα
στρεφόμενος σε ακραίες επιλογές. Αυτό προφανώς θα επηρέαζε και τη ΝΔ.
Η ένωση-συσπείρωση της παράταξης απαιτούσε τη σύγκληση
δυνάμεων ετερόκλητων και εν πολλοίς αντιφατικών μεταξύ τους. Όταν λέμε ένωση
συμπεριλαμβάνουμε τους πάντες, ακόμα και όσους εμείς πιθανόν να μη θεωρούμε
γνήσιους δεξιούς, κι ας αυτοπροσδιορίζονται έτσι. Το τμήμα της Δεξιάς που εμείς
μπορεί να θεωρούμε λαϊκιστικό, γραφικό κτλ συμπεριλαμβάνεται στην επιδιωκόμενη
συσπείρωση, αφού καλώς ή κακώς εκφράζουν μεγάλο μέρος της παράταξης, κυρίως σε
επίπεδο βάσης. Μπορεί να θεωρούμε τον Καμμένο ή το Γιάννη Μανώλη γραφικούς, όμως
εκφράζουν πολύ κόσμο, και καλώς ή κακώς ανήκουν στη Δεξιά, κι ας μην τους θεωρούμε
εμείς σοβαρούς.
Ας περάσουμε όμως στο δεύτερο σκέλος του εγχειρήματος. Έστω
και με την παράταξη διασπασμένη η ΝΔ κατόρθωσε να κερδίσει τις εθνικές εκλογές
και να σχηματίσει κυβέρνηση. Με μια σημαντική διαφορά: Δε σχηματίστηκε
κυβέρνηση Δεξιάς, αλλά συνασπισμού με μέρος της Αριστεράς. Ήταν και αυτό ένα
από τα βήματα που κατεδείκνυαν ξεκάθαρα την αποτυχία του εγχειρήματος, αφού για
τους στόχους που η συγκεκριμένη κυβέρνηση θα επεδίωκε δε γινόταν να μαζευτούν
επαρκείς δυνάμεις από τη Δεξιά, αλλά χρειάστηκε συνεργασία με τον αντίπαλο. Επίσης
όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό κυβέρνηση συνεργασίας με την Αριστερά σημαίνει
αυτομάτως ότι ο στόχος της εφαρμογής πολιτικών που συνάδουν με την ιδεολογία της
Δεξιάς γινόταν όλο και δυσκολότερος.
Παρ’ όλα αυτά στο συγκεκριμένο σκέλος η επιτυχία του Σαμαρά
ήταν σαφώς μεγαλύτερη από το προηγούμενο. Παρόλο που συνεργαζόταν με αρχικά
δύο, έπειτα με ένα κόμμα της Αριστεράς προώθησε την εφαρμογή συγκεκριμένων
πολιτικών που σαφώς ταίριαζαν περισσότερο με το προφίλ της Δεξιάς.
1. Η επιχείρηση Ξένιος Ζεύς για τη λαθρομετανάστευση, που
έχει αλλάξει εντελώς την εικόνα του μεγαλύτερου μέρους του κέντρου της Αθήνας
και των άλλων μεγάλων πόλεων
2. Η ανακατάληψη παρανόμως κατειλημμένων από την άκρα
Αριστερά κτηρίων ανά την επικράτεια
3. Η προώθηση ιδιωτικοποιήσεων και η απελευθέρωση της αγοράς
σε συγκεκριμένους τομείς [πχ άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές]
4. Η επιχειρούμενη αναδιάρθρωση του δημοσίου, με κατεύθυνση
τον περιορισμό του, παρά τα εμπόδια που συνεχώς βάζει η συγκυβερνώσα Αριστερά, όπως
φάνηκε ξεκάθαρα μετά το κλείσιμο της ΕΡΤ.
5. Η σύγκρουση με το συνδικαλιστικό χώρο και τις ακραίες
πρακτικές του που πάντα στρέφονταν ενάντια στην κοινωνία [επιστράτευση
εργαζομένων στο μετρό, ναυτεργατών κτλ]
6. Η μείωση συγκεκριμένων φόρων, όπως στο ΦΠΑ στην εστίαση
και στο φόρο μεταβίβασης ακινήτων, έστω κι αν αποτελεί σταγόνα στον ωκεανό σε
σχέση με τους φόρους που έχουν αυξηθεί
Αυτές είναι κάποιες μόνο από τις κινήσεις που έχει προωθήσει
η σημερινή κυβέρνηση που πρώτη φορά επιχειρούνται σοβαρά και δεν έγιναν ποτέ
στο παρελθόν ακριβώς επειδή δεν ταίριαζαν στο κλίμα αριστερής ηγεμονίας της Μεταπολίτευσης.
Και γίνονται από μια κυβέρνηση στην οποία συμμετέχουν και δυνάμεις της Αριστεράς,
συνεπώς τραβάνε πίσω την όλη προσπάθεια. Αντιλαμβάνεται εύκολα κανείς πως αν η
κυβέρνηση αποτελούνταν μόνο από δυνάμεις
της Δεξιάς οι κινήσεις αυτές θα ήταν πολύ περισσότερες, ενώ θα είχαν αποφευχθεί
και κινήσεις αριστερής φύσεως που αναγκαστικά έγιναν [πχ άρνηση απόλυσης
δημοσίων υπαλλήλων]. Ακόμα και έτσι όμως μπορούμε να πούμε ότι ο Σαμαράς πέτυχε
στην εφαρμογή δεξιών πολιτικών, και μάλιστα σε συνθήκες που κάθε άλλο παρά τον
ευνοούσαν, λόγω της συγκυβέρνησης με την Αριστερά. Από ένα σημείο και μετά
έρχεται και η ευθύνη όσων γκρινιάζουν που με τη στάση τους προκάλεσαν τη
συγκυβέρνηση αυτή, δένοντας τα χέρια της παράταξης σε ικανό αριθμό ζητημάτων.
Ακόμα, όπως αναφέρθηκε στην αρχή, μέρος της αποστολής ήταν
να αποκτήσει η παράταξη σαφή πολιτικό λόγο, ιδεολογικό μανδύα και ριζοσπαστικό
χαρακτήρα. Να σταματήσει να έχει ως αποκλειστικό στόχο την κατάκτηση της εξουσίας
με κάθε μέσο και να αποκτήσει σαφή κατεύθυνση και ιδεολογία. Η διαφορά της ΝΔ
σήμερα σε σχέση με 4 χρόνια πριν είναι νομίζω ξεκάθαρη. Το 2009 ήταν ένα κόμμα
που αυτοπροσδιοριζόταν ως μεσαίος χώρος, φοβόταν να συγκρουστεί με την Αριστερά
και το κατεστημένο της, αντιθέτως επεδίωκε το συμβιβασμό, και απέρριπτε κάθε τι
δεξιό ως ακραίο και παλαιοκομματικό. Σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει. Ίσως η
ΝΔ ακόμα να μην αυτοπροσδιορίζεται τυπικά, δε δηλώνει πως εκπροσωπεί τη Δεξιά.
Αυτοπροσδιορίζεται όμως στην πράξη. Δε φοβάται να συγκρουστεί με την Αριστερά
και τις πρακτικές της, ακόμα κι αν συγκυβερνά με ένα τμήμα της. Ευαγγελίζεται
την έλευση της Νέας Μεταπολίτευσης, θέτοντας έτσι ως στόχο το τέλος της Μεταπολίτευσης
και της αριστερής ηγεμονίας που αυτή επέφερε. Εφαρμόζει στην πράξη πολιτικές
που μόνο τη Δεξιά εκφράζουν, και καταδεικνύουν πως έχει υπάρξει σημαντική
αλλαγή σε σχέση με το παρελθόν. Δυστυχώς βέβαια αυτό δεν αφορά το σύνολο της παράταξης.
Υπάρχουν ακόμα μεγάλα τμήματα της, υπολείμματα του παρελθόντος, που παραμένουν
πιστά στο πρότυπο της φοβικής και υποχωρητικής Δεξιάς. Είναι όμως η πρώτη φορά
που τόσο η ηγεσία του κόμματος όσο και τα πρόσωπα που έχουν αναδειχτεί ως
βασικοί εκπρόσωποι του επιλέγουν τη σκληρή σύγκρουση με την Αριστερά και το
κατεστημένο της. Αυτό φυσικά πρέπει να επεκταθεί και στο σύνολο του κόμματος
και του κομματικού μηχανισμού, που δυστυχώς στο μεγαλύτερο μέρος του ελάχιστα
έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια.
Περισσότερο από 4 χρόνια αφότου το εγχείρημα ξεκίνησε
μπορούμε να παρατηρήσουμε με μια σχετική ασφάλεια πόσο και αν έχει προχωρήσει. Η
ΝΔ έχει περιοριστεί σημαντικά σαν πολιτικό μέγεθος, και αυτό σίγουρα δεν
ανταποκρίνεται στην εικόνα της μεγάλης Δεξιάς. Ούτε ενωμένη μπορούμε να πούμε
ότι είναι η Δεξιά σήμερα τη στιγμή που υπάρχουν πολλά κόμματα να την εκφράζουν.
Ακόμα και έτσι όμως το εγχείρημα έχει προχωρήσει, όσο κι αν αυτό φαίνεται
παράλογο. Ίσως η παράταξη να μην είναι ενωμένη εκλογικά, για πρώτη φορά όμως μέρος
της βγαίνει από την αφάνεια και συγκρούεται ευθέως με την Αριστερά. Καταδικάζει
τα φαινόμενα και τις πρακτικές που επί τόσα χρόνια βασάνιζαν την ελληνική
κοινωνία, προωθεί πολιτικές για να τα διορθώσει και υπερασπίζεται για πρώτη
φορά την ταυτότητα και την ιστορία της. Είναι μια καλή αρχή για να δημιουργηθεί
μια βάση και να ακολουθήσει η διεύρυνση.
Η αλήθεια είναι πως στο χρονικό αυτό διάστημα των 4 ετών το
λογικό θα ήταν η ένωση της παράταξης να έχει ήδη συντελεστεί, ωστόσο οι
συνθήκες δεν το επέτρεψαν. Οι προκλήσεις ήταν μεγάλες, και η ενέργεια που υπό άλλες
συνθήκες θα αφιέρωνε ο Σαμαράς για τη μεγάλη Δεξιά την περίοδο αυτή έπρεπε να
αφιερωθεί για τη διάσωση της χώρας. Η παραμονή στην ΕΕ, οι μεταρρυθμίσεις στην
οικονομία και την κοινωνία κτλ αποτελούσαν στόχους που δε συμβιβάζονταν με το
εγχείρημα της μεγάλης Δεξιάς. Όπως εξηγήθηκε παραπάνω οι επιλογές και τα διλήμματα
θα δυσαρεστούσαν τμήματα της παράταξης, ό, τι κι αν επέλεγε η ηγεσία. Αναγκαστικά
λοιπόν το εγχείρημα τέθηκε σε δεύτερη μοίρα. Αυτό δε σημαίνει ότι
εγκαταλείφθηκε, ούτε είναι αδύνατο να συσπειρωθεί όντως το σύνολο της παράταξης
σε έναν κομματικό φορέα. Αυτό θα γίνει όταν ξεπεραστεί η κρίση, διασωθεί η χώρα
οριστικά και μπορέσει και πάλι να γίνει προτεραιότητα. Κάτι για το οποίο όπως δείχνουν
οι τελευταίες εξελίξεις δε θα περιμένουμε πολύ καιρό.