Ο νέος φόρος ακινήτων, το σχέδιο του οποίου ανακοινώθηκε
πριν λίγες μέρες, είναι στην κορυφή της επικαιρότητας. Το έκτακτο τέλος
μονιμοποιείται, τα αγροτεμάχια και τα οικόπεδα φορολογούνται πρώτη φορά και για
πολλά νοικοκυριά ο λογαριασμός θα έρθει φουσκωμένος. Η συζήτηση για τους φόρους
περιουσίας, και μάλιστα μη αποδίδουσας έσοδα, έχει γίνει πολλές φορές, τώρα όμως
υπάρχει το εντελώς νέο σημείο της φορολόγησης οικοπέδων και αγροτεμαχίων.
Ξεφύγαμε από τη συζήτηση για το κατά πόσον είναι σωστό να φορολογείς το σπίτι
κάποιου, που δεν αποφέρει καθόλου προσόδους και το έχει μόνο για να μένει, και
πήγαμε στο αν μπορείς να φορολογείς εκτάσεις γης που δεν προσφέρουν έσοδα.
Ακούμε συνεχώς το επιχείρημα ότι είναι αδιανόητο κάποιος που
έχει ένα οικόπεδο που μπορεί να μην ξέρει καν που βρίσκεται να πληρώσει φόρο
για αυτό. Το επιχείρημα αντανακλά μια νοοτροπία ριζωμένη για τα καλά στη
συνείδηση του Έλληνα. Δεν είναι μια ιδεοληψία των τελευταίων δεκαετιών, της
μεταπολίτευσης και της ιδεολογικής ηγεμονίας της αριστεράς ως συνήθως, είναι
νοοτροπία αιώνων. Η περιουσία μου όπως κι αν την έχω αποκτήσει είναι κάτι ιερό.
Είτε μου προσφέρει κάτι είτε κάθεται άχρηστη είναι ιερή και απρόσβλητη. Και
μπορώ να την κάνω ό, τι θέλω, να την αξιοποιώ ή όχι, να ξέρω πού βρίσκεται, να
μην ξέρω, οτιδήποτε. Κατά πόσο όμως η νοοτροπία αυτή είναι καλή για την
οικονομία;
Το πρώτο χαρακτηριστικό που πρέπει να έχει κάθε οικονομία
είναι η παραγωγή πλούτου. Δεν έχει σημασία αν είναι ελεύθερη ή κλειστή,
καπιταλιστική ή σοσιαλιστική, και αν ανήκει σε κάποιο οικονομικό σύστημα. Οι
διαφορές των οικονομικών συστημάτων αφορούν τον τρόπο παραγωγής του πλούτου ή
τη διανομή του. Στο ότι πρέπει να παράγεται δεν μπορεί να διαφωνεί κανείς, εκτός
κι αν θέλει να γίνεται επικίνδυνος. Αν δεν παράγεται πλούτος δε δημιουργούνται
θέσεις εργασίας, δεν παράγονται εισοδήματα, δεν κυκλοφορεί χρήμα στην αγορά, δε
λειτουργεί η οικονομία. Και τα περιουσιακά στοιχεία αποτελούν και εργαλεία παραγωγής
πλούτου. Δεν υπάρχουν μόνο για να ισχυρίζεται κάποιος ότι του ανήκουν, υπάρχουν
για να δημιουργούν εισοδήματα και θέσεις εργασίας, ώστε το οικοδόμημα της
οικονομίας, η «κυλιόμενη σκάλα» όπως το αποκαλούσε ο Άνταμ Σμιθ, να υπάρχει και
να κινείται, να μη μένει στάσιμο, γιατί όταν μένει στάσιμο οι συνέπειες είναι
πολύ μεγαλύτερες.
Το δικαίωμα στην ιδιοκτησία, του οποίου γίνεται συνεχώς
επίκληση τις τελευταίες ημέρες, είναι από τα θεμελιώδη για έναν άνθρωπο. Ο
σεβασμός του είναι απαραίτητος τόσο για να επιτρέπεται στο άτομο να αναπτύσσεται
και να προοδεύει όσο και για να εξασφαλίζει την ύπαρξη και την πρόοδο της
κοινωνίας. Για το δε οικονομικό σύστημα της ελεύθερης οικονομίας και του μικρού
κράτους η θέση του είναι θεμελιώδης, αφού το όλο οικοδόμημα βασίζεται στην
ιδιοκτησία. Και επακολούθως θεωρείται και θεμέλιο της δεξιάς ιδεολογίας. Το
ερώτημα όμως είναι: Στην οικονομία στη σύγκρουση δικαιώματος στην ιδιοκτησία
και ανάγκης παραγωγής πλούτου τι υπερτερεί; Για τι πρέπει να φροντίζει
πρωτίστως μια οικονομία, να παράγεται πλούτος για να λειτουργεί και να υπάρχει
ή να γίνεται σεβαστό το δικαίωμα στην ιδιοκτησία σε κάθε μορφή και έκφανσή του;
Ένα περιουσιακό στοιχείο όπως ένα οικόπεδο ή ένα αγροτεμάχιο
δεν είναι μόνο ιδιοκτησία του κατόχου του, είναι και εργαλείο παραγωγής
πλούτου. Ο ιδιοκτήτης του δεν πρέπει να το έχει μόνο για να υπάρχει, πρέπει να
το αξιοποιεί προς όφελος του ιδίου και της οικονομίας. Είτε να το χρησιμοποιεί
ο ίδιος για παραγωγικές δραστηριότητες είτε να το παραχωρεί έναντι αμοιβής σε
άλλους που θα κάνουν το ίδιο. Όταν το κρατάει αναξιοποίητο, για όποιον λόγο κι
αν συμβαίνει, ίσως το δικαίωμα του στην ιδιοκτησία να γίνεται σεβαστό, όμως η
λειτουργία του περιουσιακού στοιχείου για την οικονομία δεν επιτελείται. Δεν
παράγεται πλούτος, και η «κυλιόμενη σκάλα» δεν προχωρά όσο πρέπει. Η ανάπτυξη
πάει πίσω, και σε εποχές ύφεσης η ανάκαμψη καθυστερεί.
Ας έρθουμε τώρα στο προκείμενο. Το φαινόμενο που περιέγραψα
ανωτέρω συναντάται συχνότατα στην Ελλάδα. Αδρανής ιδιοκτησία. Ειδικά στην
επαρχία υπάρχουν εκατομμύρια περιουσιακά στοιχεία που παραμένουν θλιβερά
αναξιοποίητα. Εκτάσεις που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για αγροτικές
δραστηριότητες, κτηνοτροφία, εξορύξεις, παραγωγή ενέργειας, και φυσικά για
τουρισμό. Θα μπορούσαν δηλαδή να παράγουν θέσεις εργασίας, να δημιουργούν
εξαγωγές, να βοηθούν στην εξασφάλιση αυτάρκειας [διατροφικής, παραγωγικής και
ενεργειακής], να φέρνουν συνάλλαγμα, και γενικά να ενισχύουν την οικονομία μέσω
της παραγωγής πλούτου. Αντί αυτού κάθονται και ρημάζουν, οι ιδιοκτήτες τους
πιθανόν να μην ξέρουν καν που βρίσκονται και η οικονομία που βυθίζεται στην
ύφεση παλεύει να βγει από το τούνελ έχοντας μεγάλο μέρος των παραγωγικών της
εργαλείων αδρανή. Στην καλύτερη περίπτωση θα αξιοποιηθούν και θα βοηθήσουν την
οικονομία μόνο μια φορά, αν ο ιδιοκτήτης τους επιλέξει να οικοδομήσει εντός
τους. Στη χειρότερη θα παραμείνουν για πάντα ουσιαστικά ανύπαρκτα, μαζί με όλα
τα οφέλη που θα μπορούσαν να φέρουν στην οικονομία.
Η ελληνική οικονομία είναι σε ύφεση. Διψάει για παραγωγική
ανασυγκρότηση, δημιουργία θέσεων εργασίας, κίνηση του χρήματος στην αγορά. Πόσο
λογικό είναι σε εποχές σαν τη σημερινή να υπάρχουν εργαλεία παραγωγής πλούτου
αδρανή; Να υπάρχουν ακαλλιέργητα κτήματα όταν χιλιάδες άνεργοι θα μπορούσαν να
βρουν δουλειά στην αγροτική παραγωγή και η παραγωγή να εξισορροπήσει το
εμπορικό ισοζύγιο; Γίνεται να ξεκολλήσει ποτέ η οικονομία όταν πολλά όπλα της
παραμένουν στην αποθήκη; Η Ελλάδα ακολουθούσε ένα ιδιότυπο οικονομικό μοντέλο
που βασιζόταν στην κατανάλωση και όχι στην παραγωγή, με αποτέλεσμα αυτά που
βλέπουμε σήμερα. Μήπως το φαινόμενο της αδρανούς ιδιοκτησίας συνεισέφερε σε
αυτή την κατάσταση; Μήπως πρέπει να καταπολεμηθεί για να βγούμε από την κρίση
μια ώρα αρχύτερα;
Για την αντιμετώπιση της ύφεσης και την παραγωγική
ανασυγκρότηση επιβάλλεται αυτά τα αδρανή εργαλεία να ενεργοποιηθούν. Να
αρχίσουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να προσφέρουν στην οικονομία. Αυτόν ακριβώς
το σκοπό εξυπηρετεί η φορολογία των ακινήτων, και ιδιαίτερα των αγροτεμαχίων
και των οικοπέδων. Μέχρι σήμερα οι ιδιοκτήτες ακινήτων είχαν τη δυνατότητα να
τα διατηρούν αδρανή χωρίς καμία απολύτως οικονομική επίπτωση. Μπορούσαν να
αφήνουν ένα κτήμα αιωνίως αναξιοποίητο χωρίς να πληρώνουν απολύτως τίποτα για
αυτό. Είτε ο άλλος δε μπορούσε προσωπικά να αξιοποιήσει το ακίνητο είτε δεν το
έκανε από επιλογή έλειπε το οικονομικό κίνητρο. Αυτό εξηγεί εν πολλοίς γιατί το
φαινόμενο έλαβε τέτοιες διαστάσεις. Από δω και μπρος ωστόσο αυτό δε θα ισχύει.
Τα ακίνητα θα φορολογούνται. Όποιος έχει ένα κομμάτι γης θα πληρώνει, και η
οικονομική κατάσταση όποιου διατηρεί περιουσία θα ξεκινά από αρνητικό σημείο. Δε
θα έχει κίνητρο πλέον να κερδίσει, αλλά να μη χάσει. Θα πρέπει να έχει κάποια έσοδα
για να διατηρεί το ακίνητο. Μπορεί να επιλέξει να πληρώνει το φόρο απλώς μέσω
των άλλων εισοδημάτων του. Σε αυτή την περίπτωση η περιουσία θα συνεχίσει να
είναι αναξιοποίητη, τουλάχιστον όμως η οικονομία θα κερδίσει οικονομικά κάτι
από αυτή. Υπάρχει όμως και η άλλη πιθανότητα, να αναζητήσει χρήματα για να
μπορέσει να διατηρήσει το ακίνητο στο ίδιο το ακίνητο, δηλαδή να το αξιοποιήσει.
Είτε ο ίδιος εφόσον έχει τη δυνατότητα είτε άλλοι που θα τους το παραχωρήσει
έναντι αμοιβής. Φυσικά μπορεί να επιλέξει και να το πουλήσει για να μην έχει
κάθε χρόνο μια επιβάρυνση, ακόμα κι έτσι όμως τα παραπάνω θα ισχύουν και για
τον επόμενο ιδιοκτήτη. Η επιβάρυνση λοιπόν δίνει στους ιδιοκτήτες ένα λόγο παραπάνω
να επιδιώκουν την αξιοποίηση των ακινήτων τους, καθώς πρέπει να αναζητήσουν
έσοδα από αυτά. Νομίζω πως ο καθένας αντιλαμβάνεται τι οφέλη θα προέκυπταν για
την οικονομία αν έστω ένα μέρος των αδρανών περιουσιακών στοιχείων αξιοποιούνταν
έτσι παραγωγικά
Θα αντιτείνει κάποιος ότι είναι δικαίωμα του καθενός να
κάνει ό, τι θέλει με την περιουσία του. Σεβαστό. Κατά πόσον όμως κάτι τέτοιο
μπορεί να ισχύει σήμερα χωρίς καμία συνέπεια για τον ιδιοκτήτη; Κάθε δικαίωμα
έχει και μια ευθύνη μαζί, και η ευθύνη σε αυτή την περίπτωση είναι την
περιουσία που έχεις να την αξιοποιείς, ώστε να μην ωφελείσαι μόνο εσύ από αυτή,
αλλά να προκύπτει κάποιο όφελος και για την οικονομία. Η οικονομία κάτι πρέπει
να κερδίζει, ώστε να μπορεί να λειτουργεί. Εφόσον λοιπόν εσύ επιλέγεις να μην
την αξιοποιείς, αφού δεν παράγεται πλούτος δε δημιουργούνται θέσεις εργασίας
κτλ η οικονομία πρέπει να κερδίζει κάπως αλλιώς. Με το φόρο που θα πληρώσεις
για να ενισχύσεις τα οικονομικά του κράτους.
Επίσης έχει ακουστεί και μια ακόμα αντίρρηση, που
συνοψίζεται στο ότι από τη στιγμή που στόχος της κυβέρνησης είναι η
καταπολέμηση της αδρανούς ιδιοκτησίας θα έπρεπε να φορολογούνται μόνο τα
αναξιοποίητα ακίνητα, και όχι το σύνολο. Είναι κάτι που ακούγεται λογικό αν
θεωρήσει κανείς ότι στόχος του φόρου είναι η αξιοποίηση. Υπάρχουν ωστόσο δύο
αντίλογοι. Ο πρώτος έχει να κάνει με την εγγενή μανία [τόσο εγγενή όσο και η
νοοτροπία της ιδιοκτησίας ακινήτων] του Έλληνα να κλέβει το κράτος. Εφόσον αρκούσε
μια διαβεβαίωση ότι το ακίνητο αξιοποιείται για να μη φορολογηθεί για κάποιο
λόγο είμαι σίγουρος ότι ξαφνικά επισήμως θα φαινόταν ότι η πλειονότητα των
ακινήτων στην Ελλάδα αξιοποιείται. Στα χαρτιά πάντα, γιατί στην πραγματικότητα
το πιθανότερο είναι αφότου εξασφάλιζαν οι ιδιοκτήτες ότι θα απαλλαγούν να
άφηναν τις ιδιοκτησίες το ίδιο αναξιοποίητες με πριν. Έστω όμως κι αν αυτό δε
συνέβαινε, υπάρχει και ο δεύτερος αντίλογος. Ας μην παριστάνουμε ότι δεν
καταλαβαίνουμε, ο φόρος ακινήτων έχει διπλό στόχο. Ο βασικός του στόχος είναι η
είσπραξη ενός ποσού. Δε χρειάζεται να επαναλαμβάνουμε συνέχεια τα ίδια για τη
δημοσιονομική ανάγκη που έχει η χώρα. Χρειάζονται έσοδα και μειώσεις δαπανών,
και ένα μέρος των εσόδων θα εισπραχθεί από τους φόρους στα ακίνητα. Το αν ο
ιδιοκτήτης θα επιλέξει να πληρώσει το φόρο από τα άλλα του εισοδήματα ή θα
επιδιώξει να αποκτήσει νέα εισοδήματα από τα ακίνητα του είναι άλλο ζήτημα.
Καλύτερη εκδοχή σαφώς θα ήταν η δεύτερη, για τον εισπρακτικό στόχο όμως και η
πρώτη έχει το ίδιο αποτέλεσμα.
Ακούγεται ακόμα κριτική για το κατά πόσον η πολιτική της
φορολόγησης των ακινήτων συνάδει με το φιλελεύθερο οικονομικό μοντέλο, το οποίο
πιστεύει τόσο στη χαμηλή φορολογία όσο και στην υπεράσπιση του δικαιώματος της
ιδιοκτησίας. Κατ’ αρχάς και οι δύο ισχυρισμοί είναι ορθοί. Ο φιλελευθερισμός
θέλει χαμηλή φορολογία και προστατευμένη ιδιοκτησία. Πέραν της θεωρίας όμως
υπάρχει και η πράξη. Κατ’ αρχάς τα υπόλοιπα κράτη του κόσμου που εφαρμόζουν το
ίδιο οικονομικό μοντέλο τι κάνουν; Έχουν ή δεν έχουν φόρους περιουσίας; Η
απάντηση είναι ότι τα περισσότερα έχουν, συνεπώς είναι λίγο οξύμωρο να
κατηγορείται η Ελλάδα για κάτι που κάνουν όλες οι χώρες του ίδιου οικονομικού
μοντέλου. Πέραν αυτού όμως όπως τονίστηκε και παραπάνω το δικαίωμα της
ιδιοκτησίας, όπως και όλα τα δικαιώματα, συνεπάγεται και κάποιες ευθύνες. Έχει
κανείς το δικαίωμα να θεωρεί δικό του ένα περιουσιακό στοιχείο, έχει όμως και
την ευθύνη να το αξιοποιεί. Όταν λοιπόν έχει αγνοήσει αυτή του την ευθύνη το
κράτος πρέπει να τον επαναφέρει στη σωστή κατεύθυνση. Συνεπώς ο εν λόγω φόρος,
λειτουργώντας με τον τρόπο που περιγράφηκε παραπάνω, δεν είναι ένα επιθετικό
μέτρο προς το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, αντιθέτως στρέφεται στην αποκατάστασή
του.
Επιπλέον ένα μεγάλο ζήτημα που τίθεται, και εν πολλοίς είναι
πραγματικό, είναι κατά πόσον υπάρχει σήμερα η δυνατότητα να αξιοποιηθεί το
ακίνητο σε περιβάλλον ύφεσης. Η απάντηση είναι πως έστω και για ένα στα δέκα
ακίνητα να μπορεί να υπάρξει αξιοποίηση το κέρδος για την οικονομία θα είναι
μεγάλο, και για να ξεφύγουμε από την ύφεση οφείλουμε να αναλαμβάνουμε
εγχειρήματα, όχι να φοβόμαστε να τα αναλάβουμε λόγω ύφεσης. Για τα περισσότερα
ακίνητα θεωρώ ότι ευκαιρίες αξιοποίησης υπάρχουν, ακριβώς όμως επειδή ζούμε σε
περιβάλλον ύφεσης αυτή θα γίνει με πολύ χαμηλές αμοιβές. Είτε επιλέξει κανείς
να πουλήσει το ακίνητο του είτε να το ενοικιάσει θα εισπράξει πολύ λιγότερα απ’
όσο θα εισέπραττε πριν 5 χρόνια. Ειδικά στην πρώτη περίπτωση στην ουσία θα
δώσει το ακίνητο απλώς για να απαλλαγεί μελλοντικά από το φόρο, να γλιτώσει
δαπάνες για τα επόμενα χρόνια κι όχι να εισπράξει άμεσα. Ακόμα κι έτσι όμως
υπάρχουν σίγουρα κατηγορίες ακινήτων που δε μπορούν να αξιοποιηθούν. Σε αυτή
την περίπτωση θεωρώ ότι πρέπει να υπάρξει η δυνατότητα για τους ιδιοκτήτες να
τα παραχωρήσουν οικειοθελώς στο κράτος, που μπορεί να βρει καλύτερο τρόπο να τα
αξιοποιήσει. Τονίζω ωστόσο τον οικειοθελή χαρακτήρα που πρέπει να έχει η
παραχώρηση, που θα μπορούσε να συνοδευτεί και με ένα είδος ευνοϊκού κινήτρου
για τη συνέχεια. Προφανώς δημεύσεις περιουσίας δεν πρέπει να γίνονται εφόσον
αποδεδειγμένα ο οφειλέτης δεν έχει τη δυνατότητα να πληρώσει.
Τέλος, ως προς αυτό καθ’ εαυτό το φόρο πρέπει να γίνει μια
παρατήρηση. Η φιλοσοφία του νέου φόρου είναι διεύρυνση φορολογικής βάσης για να
υπάρξει ελάφρυνση για τα ήδη φορολογημένα ακίνητα. Στην πράξη φορολογούνται
αγροτεμάχια, οικόπεδα και κτήρια που πριν εξαιρούνταν ώστε να ελαφρυνθεί το
βάρος των κτηρίων που ήδη πληρώνουν φόρο. Με το σχέδιο όπως παρουσιάζεται
φαίνεται να προκύπτουν μικρές ελαφρύνσεις για τα ακίνητα χαμηλής αξίας και
επιβαρύνσεις για τα ακίνητα μεγάλης αξίας. Αυτό εξυπηρετεί την επιδίωξη να
μειωθούν τα βάρη των χαμηλών εισοδημάτων. Ο συγκεκριμένος φόρος ωστόσο δε
συνδέεται με το εισόδημα. Αυτός που έχει ιδιοκτησία χαμηλής αξίας δε σημαίνει
απαραίτητα ότι έχει και χαμηλό εισόδημα, όπως και το αντίστροφο. Με το υπάρχον
σχέδιο διαφαίνεται η τάση να προκύψουν μικρές έως γελοίες ελαφρύνσεις για πολλά
ακίνητα και ως αντιστάθμισμα να προκύπτουν μεγάλες επιβαρύνσεις για ακίνητα
μεγάλης αξίας. Πχ για να ελαφρυνθούν 100 σπίτια χαμηλής αξίας 10 ευρώ το ένα
επιβαρύνονται 10 σπίτια μεγάλης αξίας με 100. Ωστόσο τα σπίτια μεγάλης αξίας
ήδη πλήρωναν υψηλό φόρο, και τώρα θα τους ζητηθεί να πληρώσουν υψηλότερο. Κατά
πόσον ταιριάζει κάτι τέτοιο με τη φιλοσοφία του φόρου; Υποτίθεται ότι
φορολογούνται περισσότεροι για να ελαφρυνθούν αυτοί που ήδη πληρώνουν. Εδώ όμως
βλέπουμε να επιβαρύνονται περισσότερο λίγοι για να ελαφρυνθούν πολλοί, και
μάλιστα με ποσά μηδαμινά, που σε πολλές περιπτώσεις η μείωση δε θα γίνει
καθόλου αντιληπτή. Είναι αυτή σωστή κίνηση; Προσωπικά έχω σοβαρές αμφιβολίες,
και ελπίζω ότι στην πορεία η κατανομή θα γίνει ορθολογικότερη. Αυτόν που ήδη
πλήρωνε υψηλούς φόρους δεν έχει νόημα να τον επιβαρύνεις περισσότερο για να
ελαφρύνεις αυτούς που πλήρωναν χαμηλούς. Το μόνο αποτέλεσμα θα είναι πολλοί της
πρώτης κατηγορίας να μη μπορέσουν να πληρώσουν και πολλοί της δεύτερης να μην
καταλάβουν καν ότι μειώθηκε ο φόρος τους.
ΣΠΑΡΤΙΑΤΗΣ